Έχωσα τη γλώσσα μου τόσο βαθιά…

Έχωσα τη γλώσσα μου τόσο βαθιά που ήταν σαν να έγλειφα το παρελθόν της. Όπως βυθίζεις ένα μπισκότο στο γάλα. Το αιδοίο της τεντώθηκε σαν καλώδιο και άνοιξε εντελώς. Η μήτρα της αναποδογύρισε. Έλιωσε σαν καραμέλα στο στόμα μου. Το στρίφωμα της σάρκας της άρχισε να υποχωρεί. Τα σωθικά της γκρεμίστηκαν απ’ τη θέση τους και πλημμύρισαν το πρόσωπό μου, τον απέναντι δρόμο, τον κόσμο όλο. Ήταν σαν να είχε σπάσει κάποιος κεντρικός αγωγός, ένας γιγαντιαίος σωλήνας, η υδρορροή ενός μπαλκονιού. Και έβρεχε, έβρεχε, έβρεχε. Στην πραγματικότητα, είχαμε σπάσει εμείς. Για την ακρίβεια: είχαμε γίνει κομμάτια.
–Σταύρος Σταυρόπουλος (από το «Αιδοίον το δηκτικόν»)

Έχωσα τη γλώσσα μου τόσο βαθιά που ήταν σαν να έγλειφα το παρελθόν της. Όπως βυθίζεις ένα μπισκότο στο γάλα. Το αιδοίο της τεντώθηκε σαν καλώδιο και άνοιξε εντελώς. Η μήτρα της αναποδογύρισε. Έλιωσε σαν καραμέλα στο στόμα μου. Το στρίφωμα της σάρκας της άρχισε να υποχωρεί. Τα σωθικά της γκρεμίστηκαν απ’ τη θέση τους και πλημμύρισαν το πρόσωπό μου, τον απέναντι δρόμο, τον κόσμο όλο. Ήταν σαν να είχε σπάσει κάποιος κεντρικός αγωγός, ένας γιγαντιαίος σωλήνας, η υδρορροή ενός μπαλκονιού. Και έβρεχε, έβρεχε, έβρεχε. Στην πραγματικότητα, είχαμε σπάσει εμείς. Για την ακρίβεια: είχαμε γίνει κομμάτια.